- νεφρογραφία
- ηιατρ. ακτινολογική εικόνα τού νεφρικού παρεγχύματος, η οποία λαμβάνεται κατά την ουρογραφία, όταν η σκιερή ουσία περνά μέσα από τις αρχικές ενδονεφρικές απεκκριτικές οδούς.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. nephrographie (< νεφρ[ο]-* + -γραφία. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο Ελληνογαλλικόν Λεξικόν τού Ν. Κοντοπούλου].
Dictionary of Greek. 2013.